Κρητική Βεντέτα
Κρητική Βεντέτα .Η βεντέτα αποτελεί έναν άτυπο κώδικα τιμής και προστασίας που αφορά άτομα της ίδιας πάντα οικογενειακής ομάδας, αν και αισθητά εξασθενημένη ως φαινόμενο, έχει ανοιχτές και σήμερα εστίες, καθώς εκρήξεις της συναντούνται στις ορεινές κυρίως περιοχές της Δυτικής Κρήτης, εγείροντας ανησυχία και προβληματισμό.
Ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων βοηθούν τους νεώτερους να περιηγηθούν στα βουνά της Κρήτης, να γνωρίσουν συμπεριφορές και νοοτροπίες, οι οποίες διαμόρφωσαν τη ζωή των ανθρώπων μιας κλειστής κοινωνίας ενός κρητικού χωριού, με συγκεκριμένα διακριτά χαρακτηριστικά και στερεότυπες αντιλήψεις. Οι ρίζες του φαινομένου της βεντέτας ανιχνεύονται ήδη στην αρχαιότητα, και καταγράφονται για πρώτη φορά ως εθιμοτυπικό δίκαιο στην Μινωική πολιτεία της Κρήτης, όταν ο Ραδάμανθυς, αδελφός του Μίνωα, στα «Ηθικά Νικομάχεια», αναφέρεται, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ως ο εισηγητής του «Δικαίου της Ανταπόδοσης» ενώ στη μυθολογία τόσο ο Μίνωας όσο και ο Ραδάμανθυς υπήρξαν κριτές του Κάτω Κόσμου.
Η βεντέτα στην Κρήτη είναι ένας άγραφος νόμος, που για τους συμμετέχοντες εκτός από αντεκδίκηση σημαίνει κυρίως τη διαφύλαξη της τιμής αυτών και της οικογενείας τους. Οι ίδιες οι κοινωνίες συχνά εμφάνιζαν ανθρώπους που αναλάμβαναν, να μεσολαβήσουν σε διαφορές των εμπλεκόμενων οικογενειών. Ο συμβιβαστής κατόρθωνε να ”σάσει τα πράγματα” δηλ. να συμβιβάσει, συμφιλιώσει και συνήθως ήταν άνθρωπος με ισχυρή προσωπικότητα και με «κόζι» δηλ. αξιοσύνη, σέβας, αποδεκτό σε όλους στην τοπική κοινωνία. Συνήθως είναι άνω των 30 ετών και κτηνοτρόφοι, καμιά φορά δάσκαλοι, γιατροί ή ιερείς. Κάποιες φορές οι «μεσολαβητές» καλούνται να παίξουν τον ρόλο του διαπραγματευτή, αναζητώντας φυγόδικους ή τελώντας συμβιβασμούς ακόμα και μέσα στις φυλακές. Νομικοί της Κρήτης εκτιμούν ότι κάθε χρόνο με τις ενέργειες αυτών των συμφιλιωτών αποτρέπονται δεκάδες κακουργήματα.
Σε κάθε οικισμό υπάρχουν τουλάχιστον δυο-τρεις άντρες που λειτουργούν ως ειρηνοποιοί. Ένας ξυλοδαρμός, μια ζωοκλοπή ή καταπάτηση εδαφών, μια παρεξήγηση, το πείραγμα σε μια κοπέλα ακόμα και το χαστούκι σ’ ένα παιδί, μπορεί να προκαλέσει αλυσιδωτές συγκρούσεις, εάν οι «μεσολαβητές» δεν αναλάβουν την αποκλιμάκωση. Συχνά ένας συμβιβασμός επικυρώνεται με μια βάφτιση, «συντεκνιά» όπως την αποκαλούν στην Κρήτη. Συχνά οι «μεσίτες» αξιοποιούν συγγενείς ή φίλους, για να πλησιάσουν τις δύο πλευρές. Οι διαπραγματεύσεις διαρκούν μέρες, ή μήνες. Σε αυτό το διάστημα μπορεί να ζητηθεί από τους εμπλεκόμενους να μην ανταμωθούν σε συγκεκριμένους δρόμους.
Εφόσον οι δύο πλευρές δεχτούν να μπουν στο σασμό ορίζεται ως χώρος συνάντησης ένα ουδέτερο σπίτι, συχνά αυτό του μεσολαβητή. Στη θέση των δύο αντιπάλων μπορεί να βρεθεί κάποια στιγμή και ο «μεσίτης» για προσωπικές του διαφορές. Στα μάτια του ακόμη τα δικά του προβλήματα μπορεί να φαντάζουν δυσεπίλυτα. Γι’ αυτό και οι «μεσίτες» συχνά αγωνιούν πριν τελέσουν ένα σασμό. Εάν αποτύχουν ρισκάρουν να στιγματίσουν την εικόνα τους. Νιώθουν συνυπεύθυνοι, καθώς το πρόβλημα του ξένου γίνεται και δικό τους.
Στα μέσα του 20ου αιώνα πλέον βρίσκουμε πρακτικά συμφιλίωσης να δημοσιεύονται σε τοπικές εφημερίδες, ανακοινώνοντας έτσι την λήξη της βεντέτας.